ΟΙ ΔΥΟ ΛΕΞΕΙΣ

Θ’ αρχίσω με τη λέξη έρωτας
και θα τελειώσω
με τη λέξη χώμα.

Τις ενδιάμεσες,
θαρρώ πως τις μαντεύετε.

ΚΑΤΑΣΤΟΛΗ ΕΞΕΓΕΡΣΗΣ

Μας φέρνανε κεφάλια σε ντουρβάδες,
και τα καταγράφαμε:
τα πιο πολλά
στάζαν ακόμα αίμα

με τα όνειρα
μες στα θολά μάτια τους
νωπά

τα χείλη μισάνοιχτα
σα διψασμένα.

ΠΑΙΔΙΑ ΤΩΝ ΑΣΑΝΣΕΡ

Τραυματισμένα μου πουλιά παιδιά των ασανσέρ
μ’ ακίνητα τα μάτια σας μπρος στις τηλεοράσεις
με κοιμισμένο το μυαλό και τις ψυχές νωθρές
καθώς γλυκά βουλιάζετε στις κεντρικές θερμάνσεις.

Κι όταν ξάφνου την άνοιξη βρεθείτε σε πλαγιές
μένετε να κοιτάζετε στις ίδιες νεκρές στάσεις
καθώς στα διαμερίσματα μπροστά στις τηλεοράσεις
και δε μεταλαβαίνετε τις θείες ομορφιές.

ΑΘΩΟΤΗΤΑ

Δεν ξέρει τίποτα η αυγή
όταν χαράζει ευτυχισμένη
και δυναμώνει
και σε μέρα ξετυλίγεται.

τίποτα
απ’ το σκοτάδι που ζυγώνει.

ΤΟ ΣΟΥΠΕΡ ΜΑΡΚΕΤ

Σ’ αυτό το απέραντο σούπερ-μάρκετ,
που πάνω του τσακίζονται
όλα τα όνειρα,
εδώ,
στη μοναξιά των διαδρόμων
θα με βρεις.

με το καρότσι μου να περιφέρομαι.

ΜΑΝΤΕΝΙΑ

Ένα κρεβάτι
και να είναι Αύγουστος,
και ξέρω εγώ να ξαναζήσω.

Ο ΤΡΟΜΟΣ ΜΟΥ ΣΕ ΠΑΡΑΛΛΑΓΕΣ

Δεν έγραψα ποτέ ποιήματα.
Ό,τι διαβάζετε,
είναι ο τρόμος της ψυχής μου.

Δοσμένος σε παραλλαγές.

ΚΑΘΟΜΑΙ ΣΤΗ ΒΕΡΑΝΤΑ

Κάθομαι στη βεράντα κι αγναντεύω
σιωπηλός.
Ανόρεχτη που ‘ναι η ματιά μου.

Απ’ τις ταράτσες
κεραίες με κοιτάζουνε βουβές.
τέντες πληκτικά κατεβασμένες,
σαν την ψυχή μου.

ΟΛΟΙ ΚΟΙΜΟΥΝΤΑΙ

Και επιμένει η αυγή τα χρώματά της να προσφέρει
στους κοιμισμένους
απ’ το βουνό προβάλλοντας,
και το αηδόνι το τρελό το τραγούδι του
κι η θάλασσα που παφλάζει στα κανάλια,
τον καημό της.
Όμως,
χέρι κανένα
το παράθυρο ν’ ανοίξει δε σηκώνεται,
καμιά ψυχή να κρεμαστεί,
κανένα όνειρο
μες στη δροσούλα να βουτήξει.
Όλοι κοιμούνται.
Δεν ξαγρυπνάει πια κανείς.

ΕΡΩΤΑΣ

Στην πρώτη επαφή που είχαμε,
μιλήσαμε όπως δυο ξένοι
για πράγματα διάφορα σχεδόν.
Στη δεύτερη μπορώ να πω το ίδιο,
με κάποια στη φωνή μας διαφορά,
ένα χρωμάτισμα.
Ώσπου στην Τρίτη,
τα λόγια μας ακολουθούσαν παύσεις –
εκείνες οι γλυκές σιωπές
του έρωτα.

ΦΟΒΕΡΟΤΕΡΟς ΑΥΤΟΣ

Εκτός από τον φυσικό,
υπάρχει και ο άλλος θάνατος:

αυτός, της Κυριακής.

Ο Λάσκαρης είναι ένας ποιητής-φωτογράφος. Τα ποιήματά του αποτελούν γκρίζες εικόνες, ασπρόμαυρες φωτογραφίες
υπαρξιακών στιγμιότυπων, εσωτερικών τοπίων, τραβηγμένες απὸ μια οπτικὴ που αναδεικνύει και τὰ ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της ποίησής του, ο Λάσκαρης θα μπορουσε να είναι ένας πολὺ καλὸς φωτογράφος. Αν επέλεξε την πένα και οχι τη φωτογραφικὴ μηχανὴ για να εκφραστεί, αυτό συνέβη οχι μόνο απὸ ιδιοσυγκρασία, αλλὰ και επειδὴ ίσως θεώρησε οτι η πένα του παρείχε περισσότερες δυνατότητες απ’ ό,τι ο φακός, ώστε να εισχωρήσει βαθύτερα στα πράγματα και τὶς ρωγμές τους. Όλα τα ποιήματά του είναι καδραρισμένα και αφήνουν, έστω κι αν είναι ολιγόλογα, να εννοηθούν πολλά. Η ποίησή του λοιπόν, όπως και η φωτογραφία, εμφανίζει επιφάνειες και ρωγμὲς και καλεί τον αναγνώστη να ανακαλύψει τι κρύβεται πίσω απὸ τη θεατὴ πλευρὰ των πραγμάτων.Την ποίηση του Λάσκαρη διατρέχουν απαρχής μέχρι τέλους θλίψη καὶ λύπη, διάχυτη μελαγχολία καὶ έντονη νοσταλγία. Νοσταλγία γιὰ τὴν παιδικὴ ηλικία, κυρίως. Το τοπικὸ πλαίσιο λοιπὸν των ποιημάτων του είναι η μεγαλούπολη στην οποία ζεί και η επαρχία την οποία νοσταλγεί, αντιστεκόμενος στὴν πραγματικότητα της πόλης, με την τεχνολογία, τις τηλεοράσεις, τα ασανσέρ. Το περιβάλλον της πόλης τον καταπιέζει, προτιμά και αναπολεί τό φυσικό, δεν προσαρμόζεται στο τεχνικό. Νιώθει νοσταλγία επίσης για ό,τι ἀνεπιστρεπτὶ παρέρχεται: γιὰ τὴ νιότη, τὸν ἔρωτα, τὴ ζωὴ γενικότερα.Ο Λάσκαρης είναι βαθιὰ ερωτικὸς και υπαρξιακὸς ποιητής, καλλιεργητὴς των ένδον, που βιώνει έντονα την αγωνία, τη μοναξιά, την απουσία, τον ανέκφραστο και ανεκπλήρωτο ή περατωμένο έρωτα, τη στέρηση, την ανία, τη μονοτονία και την πλήξη της καθημερινής ζωής, τὸν τρόμο· τα ποιήματά του, όπως λέει ο ίδιος, είναι τρόμος «δοσμένος σε παραλλαγές».

Χρίστος Λάσκαρης: Ποιήματα -Ο ποιητής-φωτογράφος

2 σκέψεις σχετικά με το “Χρίστος Λάσκαρης: Ποιήματα -Ο ποιητής-φωτογράφος

  1. Παράθεμα: iTravelPoetry | Χρίστος Λάσκαρης- 5 ποιήματαΛογοτεχνία, φιλοσοφία, ψυχολογία, ταξίδια

Σχολιάστε