Αν,ίσως και νομίζω,ενστικτώδεις υπεκφυγές σ έναν κόσμο μηχανικό, φυλακισμένη η πλάση όλη στα τετράγωνα κεφάλια μας.

Πολεμικές κραυγές οι λέξεις μας, παρέλαση το βάδισμά μας.Μηχανοποιημένες αγκαλιές, στόματα κερματοδέκτες.

Χαμένοι στα ανήλιαγα σοκάκια του τόπου των πιθανοτήτων.Πεταμένα «θέλω»σε μπλέ κάδους ανακύκλωσης, ξεδιαλεγμένα,ανακατασκευασμένα σε ασπρόμαυρα «πρέπει».

Ξεθωριασμένα χρώματα, παρεξηγημένες αποχρώσεις, καταπιεσμένα βήματα σε παρκέ που τρίζει σαν ναφθαλίνη.

Ανάστροφος πταρμός το γέλιο σου, πνιχτό φτάρνισμα.Κιτρίνισε το φώς, αρρώστησε ο ουρανός, συνήθισε και αυτός να ελπίζει.

img_0903

Ο αφιλόξενος τόπος των πιθανοτήτων

Σχολιάστε